Αυτή είναι μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση δεδομένου ότι δεν υπάρχουν απόλυτα κριτήρια. Συνήθως για να καταλήξουμε στην εξαγωγή ενός δοντιού συνεκτιμούνται μια σειρά παραγόντων, όπως τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν στο συγκεκριμένο δόντι, η κατάσταση της υγείας του ασθενούς και η ηλικία του, η αναγκαιότητα διατήρησης του δοντιού και φυσικά η θέληση του ασθενούς να υποβληθεί στην ανάλογη θεραπεία προκειμένου να διατηρήσει τα δόντια του.
Πιο αναλυτικά: Ανάγκη εξαγωγής ενός δοντιού υπάρχει όταν:
- Yπάρχει κάταγμα της ρίζας του.
- Έχει τερηδονιστεί και η τερηδόνα επεκτείνεται στη ρίζα μέχρι το επίπεδο του οστού που το στηρίζει .
- Όταν λόγω ουλίτιδας έχει καταστραφεί το οστούν γύρω από αυτό και παρουσιάζει πολύ έντονη κινητικότητα .
- Όταν υπάρχει κάποιο απόστημα και είτε έχει ήδη γίνει σωστή ενδοδοντική θεραπεία χωρίς αποτέλεσμα είτε αυτή δεν μπορεί να γίνει λόγω αποφραγμένου ριζοσωλήνα, πολύ έντονης κάμψης στο ριζοσωλήνα ή για άλλο λόγο. Στα παραπάνω κριτήρια πρέπει να προσθέσουμε και τη δυνατότητα ή μη της ακροριζεκτομής, μιας χειρουργικής τεχνικής με θαυμάσια αποτελέσματα.
- Όταν επιβάλλεται στα πλαίσια ορθοδοντικής θεραπείας.
- Όταν η κατάσταση των δοντιών και των ούλων είναι κακή και ο ασθενής υποβάλλεται σε χημειοθεραπείες ή έχει τεχνητές βαλβίδες στην καρδιά ή βαλβιδοπάθεια.
Πρέπει να συμπληρώσουμε ότι οι δυνατότητες της οδοντιατρικής σήμερα είναι πολύ μεγάλες. Τις δυνατότητες του γενικού οδοντιάτρου συμπληρωνουν κι επεκτείνουν οι δυνατότητες των ειδικευμένων οδοντιάτρων, όπως είναι οι περιοδοντολόγοι (αυτοί που ασχολούνται με το περιοδόντιο, τους ιστούς που περιβάλλουν και στηρίζουν τα δόντια), οι ενδοδοντιστές, οι προσθετολόγοι, οι παιδοδοντίατροι, οι ορθοδοντικοί και οι γναθοχειρουργοί. Σε ελάχιστες περιπτώσεις υπάρχει πραγματική ανάγκη εξαγωγής, στην πράξη όμως καθοριστική είναι η θέληση του ασθενούς να διατηρήσει τα δόντια του και -δυστυχώς- οι οικονομικές του δυνατότητες.